Τρεις δρόμοι για τη διάλυση της Ε.Ε.

filip_legkren.jpg

«Η εγκατάλειψη της Ε.Ε. κάποτε φάνταζε απόμακρη: καμία χώρα δεν το είχε επιχειρήσει και οι μόνοι που το πρότειναν ήταν οι εξτρεμιστές», λέει βρετανός οικονομολόγος Φιλίπ Λεγκρέν
Μετάφραση-επιμέλεια: Τάσος Τσακίρογλου
Οι επιπτώσεις του Brexit μάλλον θα υπονομεύσουν την οικονομική απόδοση της ευρωζώνης και θα πολώσουν περισσότερο την ευρωπαϊκή πολιτική, καθώς οι ψηφοφόροι γίνονται όλο και πιο ανασφαλείς. Η γερμανική κυριαρχία στην Ε.Ε. θα αυξηθεί και έτσι θα γίνει το ίδιο και με τις αντιγερμανικές αντιδράσεις σε πολλές χώρες. Με μια ασθενή και διαιρεμένη Ε.Ε., ανίκανη να λύσει την πολλαπλή κρίση της Ευρώπης, και με έναν ανερχόμενο εθνικισμό, μπορούμε να περιμένουμε περαιτέρω αποσύνθεση με διάφορες μορφές
Ισως για μία και μοναδική φορά η Μαρίν Λεπέν, η ηγέτις του ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου της Γαλλίας, να έχει δίκιο. Χαρακτήρισε τη βρετανική ψήφο για έξοδο από την Ε.Ε. το μεγαλύτερο πολιτικό γεγονός στην Ευρώπη μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Ισως αυτό αποδειχτεί αληθινό: το Brexit έχει αποσταθεροποιήσει το Ηνωμένο Βασίλειο και ίσως καταλήξει να καταστρέψει την Ε.Ε.
Οι παλαιάς κοπής φεντεραλιστές υποστηρίζουν ότι ίσως η απάντηση στο Brexit θα έπρεπε να είναι περισσότερη ευρωπαϊκή ενοποίηση. Ομως αυτή η απάντηση είναι εξεζητημένη και επικίνδυνη.
Η Γερμανία και η Γαλλία συχνά κοντράρονται, ενώ και οι δύο έχουν εξασθενημένους ηγέτες, οι οποίοι αντιμετωπίζουν του χρόνου μια εκλογική χρονιά και μόλις και μετά βίας μπορούν να συγκεντρώσουν υποστήριξη για «ακόμα στενότερη ένωση».
Ταυτόχρονα, το αντιευρωπαϊκό αίσθημα είναι τόσο διαδεδομένο και τόσο βαθύ που δεν μπορεί να προσφέρει περισσότερη ισχύ σε μη εκλεγμένους αξιωματούχους της Ε.Ε. και να επιβάλει πρόσθετους περιορισμούς στη λήψη εθνικών αποφάσεων, χωρίς να δηλητηριάσει το έδαφος ακόμα περισσότερο.
Είναι αλήθεια ότι η άμεση αναταραχή μετά το Brexit φαίνεται ότι τόνωσε την υποστήριξη προς τους καθιερωμένους πολιτικούς και την Ε.Ε., αλλά αυτό είναι μάλλον απίθανο να διαρκέσει.
Οι επιπτώσεις του Brexit μάλλον θα υπονομεύσουν την οικονομική απόδοση της ευρωζώνης και θα πολώσουν περισσότερο την ευρωπαϊκή πολιτική, καθώς οι ψηφοφόροι γίνονται όλο και πιο ανασφαλείς.
Η γερμανική κυριαρχία στην Ε.Ε. θα αυξηθεί και έτσι θα γίνει το ίδιο και με τις αντιγερμανικές αντιδράσεις σε πολλές χώρες. Με μια ασθενή και διαιρεμένη Ε.Ε., ανίκανη να λύσει την πολλαπλή κρίση της Ευρώπης, και με έναν ανερχόμενο εθνικισμό, μπορούμε να περιμένουμε περαιτέρω αποσύνθεση με διάφορες μορφές.
Η πιο ακραία μορφή θα είναι η έξοδος περισσότερων κρατών-μελών. Η εγκατάλειψη της Ε.Ε. κάποτε φάνταζε απόμακρη: καμία χώρα δεν το είχε επιχειρήσει και οι μόνοι που το πρότειναν ήταν οι εξτρεμιστές.
Τώρα το Brexit κάνει την έξοδο να φαντάζει εφικτή και για ορισμένους λογική. Ηδη ο Γκερτ Βίλντερς, του οποίου το ακροδεξιό Κόμμα της Ελευθερίας προηγείται στις δημοσκοπήσεις εν όψει των γενικών εκλογών του Μαρτίου στην Ολλανδία, ζητά δημοψήφισμα για τη συμμετοχή στην Ε.Ε. Το ίδιο κάνει και το Λαϊκό Κόμμα της Δανίας, το οποίο είναι το μεγαλύτερο στο Κοινοβούλιο, αλλά δεν συμμετέχει στην κυβέρνηση.
Στη Γαλλία, όπου η αντίθεση στην Ε.Ε. είναι ακόμα μεγαλύτερη απ’ ό,τι στο Ηνωμένο Βασίλειο, η Λεπέν διεξάγει εκστρατεία για το δημοψήφισμα που έχει υποσχεθεί. Προς το παρόν προηγείται στις δημοσκοπήσεις για τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών του Απριλίου.
Και ενώ αυτές οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι θα ηττηθεί στον δεύτερο γύρο από έναν πιο μετριοπαθή συντηρητικό υποψήφιο, οι κεντροαριστεροί ψηφοφόροι, οι οποίοι έχουν βαρεθεί τη λιτότητα, το πολιτικό κατεστημένο και τη γερμανική κυριαρχία, μπορεί να βρίσκονται ακόμα να στοιχίζονται πίσω της.
Επιπλέον, η αυξανόμενη αίσθηση αβεβαιότητας μετά τις επιθέσεις στη Νίκαια στις 14 Ιουλίου γίνεται εργαλείο στα χέρια της Λεπέν.
Η διάλυση θα μπορούσε επίσης να πάρει μια λιγότερο ακραία αλλά πιο ύπουλη μορφή, εάν οι κυβερνήσεις αποφασίσουν να αγνοήσουν τους κανόνες της Ε.Ε. ατιμώρητα.
Στην Ιταλία, ο πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τη μετά το Brexit αστάθεια για να χρησιμοποιήσει τα δημόσια ταμεία για την ανακεφαλαιοποίηση των ιταλικών τραπεζών-ζόμπι, χωρίς να υποστούν ζημιά οι πιστωτές τους και, ως εκ τούτου, παρακάμπτοντας τους νέους κανόνες του bail in για τις τράπεζες.
Στη Γαλλία, ο πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς απείλησε ότι θα αγνοήσει την ευρωπαϊκή ντιρεκτίβα για τους εργαζομένους, εκτός εάν τροποποιούνταν έτσι ώστε να εμποδίζει τους εργοδότες να προσλαμβάνουν εργαζομένους από άλλες ευρωπαϊκές χώρες με δυσμενέστερους όρους από τους ντόπιους.
Η Γερμανία ισχυρίζεται ότι και η Γαλλία παραβιάζει τους δημοσιονομικούς κανόνες της ευρωζώνης, χωρίς καμία αντίρρηση από την Κομισιόν.
Και ενώ η Κομισιόν απείλησε την Ισπανία και την Πορτογαλία με πρόστιμα για τις δανειακές τους υπερβάσεις, τελικά έκανε πίσω. Επίσης έχει προσυπογράψει τη μονομερή επιβολή από αρκετές κυβερνήσεις συνοριακών ελέγχων στην υποτιθέμενη ελεύθερη ζώνη Σένγκεν.
Ακόμα χειρότερα, η Κομισιόν έκανε τα στραβά μάτια όταν ο αυταρχικός πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, Βίκτορ Ορμπάν, επανειλημμένως περιφρόνησε τα ευρωπαϊκά προαπαιτούμενα που αφορούν την κυριαρχία του νόμου και τις δημοκρατικές αρχές.
Οι κυβερνήσεις της Ουγγαρίας και άλλων κρατών αρνούνται επίσης να συμμορφωθούν με το ευρωπαϊκό πρόγραμμα για την επανεγκατάσταση προσφύγων σε χώρες της Ε.Ε, το οποίο μόλις και μετά βίας εφαρμόζεται. Ο Ορμπάν κάνει δημοψήφισμα τον Οκτώβριο για να ενισχύσει τη θέση του.
Μια τρίτη απειλή για την ευρωπαϊκή ενοποίηση είναι η περαιτέρω αναρρίχηση στην κυβέρνηση εθνικιστικών και αντισυστημικών κομμάτων. Οπως έδειξε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, κόμματα-αντάρτες ήδη παίζουν έναν άμεσο ρόλο στη διακυβέρνηση οκτώ από τις 28 χώρες της Ε.Ε.
Στην Αυστρία, ο ακροδεξιός υποψήφιος Νόρμπερτ Χόφερ προηγείται στις δημοσκοπήσεις στις επαναληπτικές εκλογές για την προεδρία που θα γίνουν τον Οκτώβριο.
Τον ίδιο μήνα στην Ιταλία θα γίνει συνταγματικό δημοψήφισμα για τη μεταρρύθμιση της Γερουσίας και ο Ρέντσι έχει απειλήσει με παραίτηση εάν δεν κερδίσει. Αυτό θα άνοιγε την πόρτα στο αντισυστημικό Κίνημα των Πέντε Αστέρων, το οποίο κέρδισε πρόσφατα τις τοπικές εκλογές στη Ρώμη και στο Τορίνο και έχει καλέσει για διεξαγωγή δημοψηφίσματος για τη συμμετοχή στην ευρωζώνη.
Ακόμα και όταν δεν κερδίζουν τα λαϊκιστικά κόμματα, οι πολιτικοί του κατεστημένου αναγκάζονται να κάνουν παραχωρήσεις στους οπαδούς τους. Για παράδειγμα, ο Αλέν Ζιπέ, ο υποψήφιος για την αρχηγία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, ο οποίος προηγείται, φαντασιώνεται τον περιορισμό της κινητικότητας στην Ε.Ε., όπως ακριβώς κάνει και ο κύριος αντίπαλός του Νικολά Σαρκοζί.
Για να αντιμετωπίσει αυτές τις δυνάμεις της αποσύνθεσης, η Ε.Ε. πρέπει να κάνει λιγότερα και να τα κάνει καλύτερα. Οικονομικά, τα σχέδια για νέους θεσμούς μπορούν να περιμένουν. Αντίθετα, η ευρωζώνη πρέπει να επικεντρώσει σε πολιτικές που θα ανεβάσουν το επίπεδο ζωής για όλους.
Αυτές πρέπει να περιλαμβάνουν χαλαρότερους δημοσιονομικούς περιορισμούς, περισσότερες επενδύσεις, μικρότερες περικοπές μισθών και χαμηλότερη φορολογία στην εργασία.
Οι ηγέτες της Ευρώπης χρειάζεται επίσης να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη. Κατ’ αρχάς πρέπει να χρησιμοποιήσουν τους νέους κανονισμούς της Ε.Ε. για το bail in για να καθαρίσουν τους ισολογισμούς των τραπεζών, να επιβάλουν τη χασούρα στους πιστωτές και να αποζημιώσουν όλους τους μικροεπενδυτές στους οποίους πουλήθηκαν ψευδή προϊόντα.
Πολιτικά, η Ε.Ε. πρέπει να δώσει έμφαση στην αποτελεσματική συνεργασία στην αντιμετώπιση της τρομοκρατίας. Και, αντί να προσπαθεί να εξαναγκάσει δύστροπες κυβερνήσεις να δεχτούν ανεπιθύμητους πρόσφυγες, οι αρχές της Ε.Ε. πρέπει να αναζητήσουν ένα συντεταγμένο και ασφαλές πρόγραμμα επανεγκατάστασης με τις πρόθυμες κυβερνήσεις.
Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό εν όψει της αβέβαιης τύχης της συμφωνίας με την Τουρκία για περικοπή των προσφυγικών ροών, η οποία φαίνεται όλο και πιο επισφαλής στο φως του πρόσφατου αποτυχημένου πραξικοπήματος. Οι ηγέτες της Ε.Ε. πρέπει να αφυπνιστούν. Με τη διάλυση να διαφαίνεται, πρέπει επειγόντως να δείξουν στους ανήσυχους Ευρωπαίους ότι τα πλεονεκτήματα της Ε.Ε. υπερβαίνουν τα κόστη.
*Διδάσκει στο ευρωπαϊκό ινστιτούτο του LSE και από το 2011 έως το 2014 υπήρξε κορυφαίος οικονομικός σύμβουλος του τότε προέδρου της Κομισιόν, Μανουέλ Μπαρόζο. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο Project Syndicate στις 22 Αυγούστου και αναδημοσιεύεται με την άδεια του συγγραφέα.
ΠΗΓΗ ΕΦ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΑΠΟΨΗ Γιάννης Ιωαννίδης και Ντόναλντ Τραμπ

Le Figaro: Σ. Τσιόδρας, ο λόγος για τον οποίο οι Έλληνες έχουν αποφύγει να συνομιλήσουν με το θάνατο

Τα γεγονότα που σημάδεψαν τη χρονιά που φεύγει (βίντεο)